Home » Η ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ FRANCHISE KAI OI ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ

Η ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ FRANCHISE KAI OI ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ

Συντάκτης: DSK

Photos Via Flickr

Με τη λήξη της Σύμβασης Franchise δημιουργούνται για τα μέρη ορισμένες υποχρεώσεις (μετασυμβατικές υποχρεώσεις από τη μετενέργεια της σύμβασης), τις οποίες θα εξετάσουμε αμέσως παρακάτω. Κρίνεται σκόπιμο οι μετασυμβατικές αυτές υποχρεώσεις να περιλαμβάνονται και να αναλύονται στη Σύμβαση Franchise προς αποφυγή μεταγενέστερων παρεξηγήσεων.

 

A. Η Υποχρέωση Απόδοσης

Βασική υποχρέωση του λήπτη είναι να αποδώσει στον δότη, ταυτόχρονα με τη λήξη της σύμβασης, όλα τα αντικείμενα που έλαβε από αυτόν προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει για την άσκηση της επιχειρηματικής του δραστηριότητας στα πλαίσια της σύμβασης franchise. Τα αντικείμενα αυτά πρέπει να τα αποδώσει σε καλή κατάσταση και είναι ενδεικτικά το εγχειρίδιο λειτουργίας, το διαφημιστικό υλικό, οι διάφοροι κατάλογοι, τα κάθε είδους έγγραφα, τα επιστολόχαρτα, οι πινακίδες με τα διακριτικά γνωρίσματα του δότη, οι δισκέτες ηλεκτρονικών υπολογιστών, τα υλικά συσκευασίας κ.λ.π. Ο σημαντικότερος δικαιολογητικός λόγος για την επιβολή αυτής της μετασυμβατικής υποχρέωσης είναι να μη δοθεί η δυνατότητα στον πρώην λήπτη ή σε οποιοδήποτε τρίτο να χρησιμοποιήσει αυτό το υλικό, το οποίο αφενός περιέχει επιχειρηματικά απόρρητα του δότη (εγχειρίδιο λειτουργίας) και αφετέρου μπορεί η χρησιμοποίηση του να δημιουργήσει στο καταναλωτικό κοινό την εσφαλμένη εντύπωση ότι ο τέως λήπτης, ή κάποιος τρίτος, συνδέονται με το δίκτυο franchise του δότη και το αντιπροσωπεύουν. Γι’αυτό το λόγο απαγορεύεται στον λήπτη να έχει προβεί και στην παραγωγή αντιγράφων του παραπάνω υλικού. Εξάλλου, τόσο ο Ευρωπαϊκός όσο και ο Ελληνικός Κώδικας Δεοντολογίας για το Franchising θεωρούν ότι ο όρος περί επιστροφής από τον Λήπτη κάθε υλικής ή άϋλης περιουσίας, που ανήκει είτε στον Δότη είτε σε άλλον, κατά τη λύση της Σύμβασης Franchise, αποτελεί έναν από τους στοιχειωδώς ελάχιστους όρους της σύμβασης.

Β. Η Υποχρέωση Παράλειψης

Ακόμη βασικότερη από την προηγούμενη είναι η υποχρέωση του λήπτη, αμέσως μετά τη λήξη της σύμβασης, να παραλείπει τη χρήση και εκμετάλλευση τόσο των δικαιωμάτων βιομηχανικής και πνευματικής ιδιοκτησίας του δότη όσο και της τεχνογνωσίας του και γενικότερα του “πακέτου” franchise του οποίου η άδεια χρήσης και εκμετάλλευσης του είχε παραχωρηθεί με βάση τη σύμβαση franchise. Στα πλαίσια αυτής του της υποχρέωσης οφείλει επίσης ο Λήπτης να προβεί, αμέσως μετά τη λήξη της σύμβασης, στην απόσυρση των καταχωρήσεων της επιχείρησης του από τους τηλεφωνικούς και επιχειρηματικούς καταλόγους αλλά και το Internet. Στην περίπτωση που τυχόν το domain name που χρησιμοποιούσε ο Λήπτης κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της Σύμβασης Franchise περιείχε κάποιο ή κάποια από τα σήματα ή/και τα λοιπά διακριτικά γνωρίσματα του Δότη, θα πρέπει ο Λήπτης να παύσει άμεσα τη χρήση αυτού του “domain name”. Πάντως, γενικά έχει ο Δότης τη δυνατότητα να επιβάλλει με τη Σύμβαση Franchise στον Λήπτη την υποχρέωση όπως, συγχρόνως με τη λύση ή λήξη της σύμβασης, παύσει να χρησιμοποιεί οποιαδήποτε ιστοσελίδa ή/και “domain name” χρησιμοποιούσε κατά τη διάρκεια της συμβατικής σχέσης (ενν. αναφορικά με τη λειτουργία της επιχείρησης franchise του δικτύου). Και αυτή η μετασυμβατική υποχρέωση του λήπτη θεωρείται ότι θεμελιώνεται νομικά στην αναλογική εφαρμογή του άρθρου 719 του Αστικού Κώδικα, αλλά οπωσδήποτε και στη μετενέργεια της υποχρέωσης πίστης και ακόμη στη σχετική συμβατική πρόβλεψη, εφόσον βέβαια υπάρχει. Ο σημαντικότερος δικαιολογητικός λόγος για την επιβολή αυτής της υποχρέωσης είναι η μη δημιουργία της εσφαλμένης εντύπωσης στο καταναλωτικό κοινό ότι ο τέως λήπτης εξακολουθεί ακόμη να ανήκει στο δίκτυο franchise του δότη.

Γ. Η Εκτέλεση Εκκρεμών Παραγγελιών

Η λήξη της σύμβασης franchise δημιουργεί το εύλογο ερώτημα της τύχης των εκκρεμών, κατά το χρονικό εκείνο σημείο, παραγγελιών των προϊόντων του δικτύου (εννοείται βέβαια μόνο στο franchising διανομής προϊόντων), τόσο εκείνων του λήπτη προς τον δότη ή και τους τρίτους υποδειχθέντες προμηθευτές όσο και των τρίτων καταναλωτών προς τον λήπτη (συνήθως βέβαια στην περίπτωση των διαρκών καταναλωτικών αγαθών). Εδώ πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι εκκρεμείς αυτές, εκτελεστικές της σύμβασης franchise, συμβάσεις πωλήσεων έχουν νομική αυτοτέλεια έναντι της σύμβασης franchise.

Στην περίπτωση που ο λήπτης επιθυμεί την εκτέλεση της εκκρεμούς σύμβασης πωλήσεως, γιατί π.χ. έχει αναλάβει υποχρέωση παράδοσης των εμπορευμάτων σε πελάτες του με βάση επίσης αντίστοιχες εκκρεμείς συμβάσεις, θα πρέπει ο δότης να προβεί στην εκτέλεση αυτής της σύμβασης, ακόμη και μετά τη λήξη της σύμβασης franchise, παραδίδοντας στον λήπτη τα παραγγελθέντα εμπορεύματα. Μπορεί ακόμη να προβλέπεται στη σύμβαση franchise ότι ο δότης έχει τη δυνατότητα να εκτελέσει ο ίδιος τις προς τρίτους πελάτες εκκρεμείς παραγγελίες του λήπτη, έτσι ώστε να διαφυλαχθεί σε κάθε περίπτωση η φήμη και αξιοπιστία του δικτύου franchise, επιστρεφομένων βέβαια, στην περίπτωση αυτή, από τον λήπτη στον δότη, των τυχόν εισπραχθέντων από τον πρώτο προκαταβολών των πελατών του. Εάν τώρα οι εκκρεμείς συμβάσεις πωλήσεως έχουν συναφθεί μεταξύ του λήπτη και τρίτων, υποδειχθέντων από τον δότη, προμηθευτών του δικτύου, λογικά δεν θα υπάρξει πρόβλημα στην περίπτωση που ο λήπτης επιθυμεί την εκτέλεση των συμβάσεων. Ακόμη και αν ο τρίτος προμηθευτής αρνηθεί – ενδεχόμενα κατά παρότρυνση του δότη – να εκτελέσει την παραγγελία, έχει ο λήπτης τη νομική δυνατότητα να ασκήσει κατ’αυτού τα απορρέοντα από τις διατάξεις των άρθρων 382 επ. του Αστικού Κώδικα δικαιώματα.

Στην αντίθετη περίπτωση που ο λήπτης δεν επιθυμεί την παραλαβή των εμπορευμάτων που έχει ήδη παραγγείλει θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι απαλλάσσεται νόμιμα από αυτή του την υποχρέωση απέναντι στον δότη. Η υποχρέωση του δότη να μην ασκήσει τα απορρέοντα από την εκκρεμή σύμβαση πωλήσεως δικαιώματα του θεμελιώνεται στην αρχή της καλής πίστης η οποία διέπει τη σύμβαση franchise. Όταν η ανεκτέλεστη ακόμη σύμβαση πωλήσεως έχει συνομολογηθεί μεταξύ λήπτη και τρίτου προμηθευτή, ο οποίος επιμένει στην εκτέλεση της αδιαφορώντας για την επελθούσα λήξη της σύμβασης franchise, η μόνη διέξοδος του λήπτη για τη μη παραλαβή των παραγγελθέντων εμπορευμάτων – με δεδομένο ότι ο προμηθευτής θα μπορεί νόμιμα να ασκήσει τα από τη σύμβαση πωλήσεως δικαιώματα του, αφού δεν δεσμεύεται από τη σύμβαση franchise – θα ήταν η ύπαρξη πρόβλεψης στη σύμβαση franchise με την οποία π.χ. ο δότης θα αναλάμβανε την υποχρέωση να παραλάβει εκείνος τα εμπορεύματα ή να τα αναλάβει μετά την παραλαβή τους από τον λήπτη, σε εφαρμογή της υποχρέωσης του για ανάληψη των αδιάθετων αποθεμάτων του δεύτερου.

Τέλος, κατά την ορθότερη άποψη, ο δότης υποχρεούται να αποδεχθεί την πρόταση του λήπτη για κατάρτιση σύμβασης πώλησης, η οποία (πρόταση) είχε περιέλθει στον δότη πριν από τη λήξη της σύμβασης franchise χωρίς αυτός να την έχει ακόμη αποδεχθεί, εφόσον τα παραγγελθέντα εμπορεύματα μπορούν να διατεθούν από τον λήπτη προτού λήξει η σύμβαση franchise

Δ. Η Ανάληψη των Αδιάθετων Αποθεμάτων

Είναι πάρα πολύ πιθανό μετά τη λήξη της σύμβασης franchise να έχουν παραμείνει στα χέρια του λήπτη αδιάθετα προϊόντα του συστήματος, καθώς επίσης και ανταλλακτικά ή/και εξαρτήματα τους, ανάλογα βέβαια με το είδος των προϊόντων. Αυτό συνήθως συμβαίνει γιατί ο λήπτης υπέχει τη συμβατική υποχρέωση να διατηρεί αποθέματα αυτών των προϊόντων, όπως και ανταλλακτικά και εξαρτήματα για την υποστήριξη των πωλήσεων τους. Σε εφαρμογή της αρχής της καλής πίστης, η οποία  διέπει τη σύμβαση franchise σε όλα τα στάδια της διαδρομής της, άρα και στο μετασυμβατικό (μετενέργεια της υποχρέωσης πίστης), αναγνωρίζεται η γέννηση της μετασυμβατικής υποχρέωσης του δότη να αναλάβει τόσο τα αδιάθετα αποθέματα των εμπορευμάτων του λήπτη όσο και τα αδιάθετα ανταλλακτικά και εξαρτήματα. Η αρχή αυτή της καλής πίστης υλοποιείται με την υποχρέωση του δότη να λαμβάνει υπόψη του τα δικαιολογημένα συμφέροντα του λήπτη, υπό την έννοια ότι ο δεύτερος συνήθως αδυνατεί να διαθέσει μετά τη λήξη της σύμβασης franchise το απόθεμα των προϊόντων του franchise, όπως βέβαια και των ανταλλακτικών και εξαρτημάτων, αφού το καταναλωτικό κοινό της αγοράς όπου ασκούσε την επιχειρηματική του δραστηριότητα γνωρίζει ότι αυτός δεν αποτελεί πλέον μέλος του συγκεκριμένου δικτύου franchise. Ο δότης λοιπόν θα πρέπει να προβεί στη λύση της συνήθως μακρόχρονης συμβατικής του σχέσης με τον λήπτη με τρόπο που να τον προστατεύσει από μειονεκτήματα, όπως είναι η αδυναμία οικονομικής αξιοποίησης των διατηρούμενων αποθεμάτων. Επιπλέον, όμως, στην συνηθέστατη περίπτωση της ύπαρξης υποχρέωσης του λήπτη για μη ανταγωνισμό μετά τη λήξη της σύμβασης franchise, αυτός δεν θα έχει καν το δικαίωμα να προβεί στην πώληση των αδιάθετων εμπορευμάτων. Εξάλλου, ούτε και τον δότη συμφέρει να πουληθούν προϊόντα του συστήματος franchise από τον πρώην πια λήπτη, αφού έτσι μπορεί να τρωθεί η φήμη και αξιοπιστία του

Σε υλοποίηση της παραπάνω υποχρέωσης του ο δότης θα πρέπει να αγοράσει τα αποθέματα εμπορευμάτων, ανταλλακτικών και εξαρτημάτων του λήπτη με καταβολή σε αυτόν χρηματικού ποσού ίσου με την κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή αγοραία αξία τους. Εναλλακτικός τρόπος πραγματοποίησης της συγκεκριμένης υποχρέωσης είναι να παράσχει ο δότης στον πρώην λήπτη κάθε δυνατή βοήθεια για τη διάθεση των υπαρχόντων αποθεμάτων στην τοπική αγορά Πάντως,  στην περίπτωση που ο δότης υπέχει νόμιμα, σύμφωνα με τα παραπάνω αναφερθέντα, την υποχρέωση ανάληψης των αδιάθετων εμπορευμάτων του λήπτη, θα πρέπει να τεθούν σε αυτήν κάποια όρια, με την έννοια ότι δεν μπορεί ο λήπτης να απαιτεί την αγορά από τον δότη ιδιαίτερα μεγάλων ποσοτήτων εμπορευμάτων τα οποία είχε αγοράσει, πέρα από την ενδεχόμενη συμβατική του υποχρέωση εκτιμώντας, λανθασμένα, ότι θα τα διαθέσει εύκολα και γρήγορα στην τοπική αγορά. Αυτός ο περιορισμός της υποχρέωσης του δότη είναι θεμιτός και σύμφωνος με τη φύση της σύμβασης franchise, ως σύμβασης ριψοκίνδυνου χαρακτήρα, αφού ο λήπτης σε κάθε περίπτωση είναι ανεξάρτητος επιχειρηματίας και συνεπώς υπεύθυνος για τις επιχειρηματικές του αποφάσεις και την ανάληψη του αντίστοιχου επιχειρηματικού κινδύνου.

Μπορεί να σας ενδιαφέρουν

Αφήστε ένα σχόλιο