Home » ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΧΡΗΣΗ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΧΡΗΣΗ

Συντάκτης: Franchise Success

Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου για τη δικαιόχρηση δημιουργεί μια ασπίδα προστασίας τόσο για τους franchisors όσο και για τους franchisees, προασπίζοντας τα δικαιώματα και των δύο μερών, σε έναν κλάδο που μπορεί να συμβάλλει πολλά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Από τις στήλες αυτού του περιοδικού έχουμε διατυπώσει εδώ και αρκετά χρόνια την άποψή μας ότι ο χώρος του franchising όπως και κάθε άλλος επιχειρηματικός χώρος θα πρέπει να διέπεται από όσο το δυνατόν λιγότερους περιορισμούς.

Ως FRANCHISE SUCCESS χαιρετίζουμε την πρωτοβουλία του Συνδέσμου Franchise της Ελλάδος, με την πολύτιμη βοήθεια του νομικού κ. Γιάννου Γραμματίδη, να υποβάλλει ένα σχέδιο νόμου προλαμβάνοντας πιθανά προβλήματα και δηλώνουμε ότι θα στηρίξουμε αυτή την προσπάθεια.

Το franchising είναι μια σχέση που στηρίζεται σε αξιοπιστία, αμοιβαία εμπιστοσύνη και κανόνες.

Η πρόταση για το νομοθετικό πλαίσιο για τη δικαιόχρηση στηρίχθηκε εξ’ αρχής στη δέσμευση για τη ρύθμιση της προσυμβατικής περιόδου και μόνο αυτής.

Η θέση μας ήταν πάντα ότι έπρεπε να παραμείνει σ’ αυτή τη φάση και να μην εμπλέκεται στη μετέπειτα πορεία της σχέσης μεταξύ δότη και λήπτη και ότι έπρεπε να διασφαλίζει όλα όσα έχουν θεσπιστεί τόσο απ’ τον ευρωπαϊκό όσο και τον ελληνικό κώδικα δεοντολογίας.

Το πρώτο και ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο που ρυθμίζεται από το προτεινόμενο σχέδιο νόμου είναι η βασική πληροφόρηση που πρέπει να λαμβάνει κάποιος υποψήφιος franchisee κατά τη διερευνητική φάση της επένδυσής του. Να γνωρίζει σε τι ακριβώς πρόκειται να επενδύσει, ποια είναι η υποδομή, τα στελέχη και η οργάνωση της εταιρείας, σε ποια αγορά θα απευθύνεται το προϊόν ή η υπηρεσία του κ.λπ. Να έχει δηλαδή μια πλήρη εικόνα για αυτή την απόφαση, η οποία είναι μια από τις σημαντικότερες της ζωής του.

Το δεύτερο σημαντικό στοιχείο είναι η αναγνώριση ότι ακριβώς οι ίδιες υποχρεώσεις αφορούν και τα συστήματα franchise που έρχονται από το εξωτερικό για να αναπτυχθούν στη χώρα μας. Μάλιστα θεωρούμε ότι ο χώρος του Master Franchise είναι εκείνος που χρειάζεται περισσότερο από κάθε άλλον αυτή τη ρύθμιση, καθώς η παθολογία του franchising στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται και στις συνεργασίες αυτού του τύπου που γίνονται συνήθως χωρίς συστηματική έρευνα. Κάθε concept που έρχεται από το εξωτερικό θα πρέπει να δοκιμαστεί στην Ελλάδα πριν αρχίσει να «προωθεί» το σύστημά του στην αγορά.

Εξίσου σημαντικό είναι ότι το σχέδιο νόμου προωθεί εξ αρχής την έννοια της πολυκάναλης ανάπτυξης. Δηλαδή προβλέπει την ύπαρξη ή μη περιοχής αποκλειστικότητας, καλλιεργώντας το έδαφος για την ανάπτυξη παράλληλων καναλιών καθώς και νέων (πολλαπλών) μορφών franchising που έχουν αρχίσει ήδη να αναπτύσσονται διεθνώς. Δημιουργείται έτσι μια πληρέστερη ενημέρωση του franchisee για τους κανόνες που θα ακολουθήσει ο franchisor όσον αφορά στην περαιτέρω ανάπτυξη του δικτύου του.

Επίσης καλύπτονται θέματα όπως η ανάγκη και υποχρέωση πληροφόρησης, η μη άσκηση μετασυμβατικού ανταγωνισμού και μια σειρά άλλων θεμάτων τα οποία περιλαμβάνονται ούτως ή άλλως στις συμβάσεις και στο πακέτο franchise των οργανωμένων δικτύων franchise.

Ουσιαστικά το νέο σχέδιο νόμου για το franchising δεν προκαλεί κανένα πρόβλημα ή περιορισμό στις οργανωμένες επιχειρήσεις franchise. Δημιουργεί, ωστόσο, μια ασπίδα προστασίας τόσο για τους franchisors όσο και για τους franchisees, προασπίζοντας τα δικαιώματα και των δύο πλευρών, σε έναν κλάδο που συμβάλλει στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και της ελληνικής οικονομίας ως σύνολο.

Αμέσως μετά παρατίθεται ολόκληρο το σχέδιο νόμου για το franchising που πρότεινε ο Σύνδεσμος Franchise της Ελλάδος και που πρώτο το περιοδικό FRANCHISE SUCCESS δημοσιεύσε.

9o ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΧΡΗΣΗ

Περί του προσυμβατικού σταδίου και άλλων θεμάτων της δικαιόχρησης

Άρθρο 1. Ορισμοί

(1) «Δικαιόχρηση» σημαίνει μία στενή εμπορική συνεργασία μεταξύ δύο νομικά και οικονομικά ανεξάρτητων μερών, η οποία θεμελιώνεται σε μια σύμβαση με την οποία το ένα συμβαλλόμενο μέρος («ο δικαιοπάροχος») παρέχει στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος («ο δικαιοδόχος»), έναντι αμοιβής, την άδεια χρήσης ενός συνόλου δικαιωμάτων πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας πού περιλαμβάνει εμπορικά σήματα, εμπορικές επωνυμίες, διακριτικούς τίτλους, βιομηχανικά σχέδια, τεχνογνωσία, ευρεσιτεχνίες, εμπορικά μυστικά και, τέλος, τεχνικές κι εμπορικές συμβουλές και υποστήριξη με σκοπό την άσκηση εμπορικής επιχείρησης («το σύστημα δικαιόχρησης»). Με τη σύμβαση δικαιόχρησης ο δικαιοδόχος μπορεί να λειτουργεί σε μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή ή σε συγκεκριμένο σημείο πώλησης με σκοπό την διανομή συγκεκριμένων προϊόντων ή/και την παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών. Η δικαιόχρηση, όπως ορίζεται στον παρόντα νόμο, είναι ιδιότυπη σχέση και δεν μπορεί να συγχέεται με άλλες μεθόδους διανομής, με την εμπορική αντιπροσωπεία και με τη σύμβαση εργασίας είτε αναλογικά είτε με οποιαδήποτε άλλη μέθοδο ερμηνείας.

(2) Η «σύμβαση δικαιόχρησης» μπορεί να αφορά κάθε τομέα οικονομικής δραστηριότητας.

(3) Σε μια σύμβαση δικαιόχρησης:

(α) «τεχνογνωσία» σημαίνει ένα σύνολο μη κατοχυρωμένων πρακτικών πληροφοριών πού προέρχονται από την εμπειρία και τις δοκιμές του δικαιοπαρόχου πού είναι απόρρητη, ουσιώδης και προσδιορίσιμη.

(αα) «απόρρητη» σημαίνει ότι η τεχνογνωσία, σαν ένα σύνολο πληροφοριών ή στην συγκεκριμένη ανάπτυξη και σύνθεση των συστατικών της, δεν είναι γενικά γνωστή ή εύκολα προσβάσιμη.

(ββ) «ουσιώδης» σημαίνει ότι η τεχνογνωσία περιλαμβάνει πληροφορίες πού είναι απαραίτητες στον δικαιοδόχο για τον σκοπό της χρήσης, πώλησης ή μεταπώλησης (διανομής), διαχείρισης ή οργάνωσης των προϊόντων ή/και υπηρεσιών πού αποτελούν το αντικείμενο της εμπορικής επιχείρησης σύμφωνα με τη σύμβαση.

(γγ) «προσδιορίσιμη» σημαίνει ότι η τεχνογνωσία πρέπει να περιγράφεται με επαρκώς κατανοητό τρόπο έτσι ώστε να ελέγχεται ότι πληροί τα κριτήρια του απορρήτου και του ουσιώδους.

(β) «δικαίωμα εισόδου» σημαίνει ένα ορισμένο χρηματικό ποσό που είτε προφανώς συνδέεται με την οικονομική αξία και την προοπτική ανάπτυξης του συστήματος δικαιόχρησης, είτε αντιπροσωπεύει το προσυμβατικό κόστος του δικαιοπαρόχου για κάθε νέα σύμβαση δικαιόχρησης, είτε, τέλος είναι συνδυασμός αυτών, πού καταβάλλεται από τον δικαιοδόχο στον δικαιοπάροχο κατά τη στιγμή της υπογραφής της σύμβασης δικαιόχρησης.

(γ) «αμοιβές υπηρεσιών» σημαίνει αμοιβές για την παροχή υπηρεσιών του δικαιοπαρόχου προς τον δικαιοδόχο είτε με την μορφή συγκεκριμένου ποσού ή ποσοστού πού καταβάλλει εφάπαξ ή κατά τακτά χρονικά διαστήματα ο δικαιοδόχος στον δικαιοπάροχο και που συνήθως υπολογίζεται επί του συνολικού κύκλου εργασιών του δικαιοδόχου ή επί της αξίας των αγορών του, είτε ως συνδυασμός αυτών.

(δ) «προϊόντα» σημαίνει τα προϊόντα πού παρασκευάζονται ή παρέχονται από τον δικαιοπάροχο ή από εγκεκριμένους προμηθευτές σύμφωνα με τις οδηγίες του και πού μπορεί να φέρουν την επωνυμία ή το εμπορικό του σήμα.

(ε) «υπηρεσίες» σημαίνει τις υπηρεσίες πού ορίζονται ή/και περιγράφονται στη σύμβαση δικαιόχρησης.

(στ) «Ελληνικό σύστημα δικαιόχρησης» σημαίνει το σύστημα δικαιόχρησης πού λειτουργεί στην Ελλάδα από δικαιοπάροχο εγκατεστημένο στην Ελλάδα.

(ζ) «Μη Ελληνικό σύστημα δικαιόχρησης» σημαίνει το σύστημα δικαιόχρησης πού λειτουργεί μόνον εκτός Ελλάδας από δικαιοπάροχο εγκατεστημένο εκτός Ελλάδας.

Άρθρο 2. Έκταση εφαρμογής του νόμου

Οι διατάξεις πού αφορούν τη σύμβαση δικαιόχρησης, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 1(1) του παρόντος νόμου, όπως επίσης και το σύνολο των διατάξεων του παρόντος νόμου εφαρμόζονται επίσης και:

(α) στη «σύμβαση κυρίου δικαιοδόχου», όπου μία συμβαλλόμενη επιχείρηση («ο δικαιοπάροχος») παρέχει στον άλλο συμβαλλόμενο («ο κύριος δικαιοδόχος»), που είναι νομικά και οικονομικά ανεξάρτητος από αυτήν, έναντι μίας άμεσης ή έμμεσης αμοιβής, την άδεια να λειτουργεί το σύστημα δικαιόχρησης του δικαιοπαρόχου είτε ο ίδιος είτε μέσα από συμβάσεις δικαιόχρησης πού μπορεί αυτός να συνάπτει με τρίτους συμβαλλόμενους («οι δικαιοδόχοι») ανεξάρτητα από το εάν η σύμβαση αυτή διέπεται ή όχι από το Ελληνικό δίκαιο,

(β) στη «σύμβαση δικαιόχρησης γωνιάς», όπου ο δικαιοδόχος προβαίνει στην αποκλειστική εμπορική δραστηριότητα πού περιγράφεται στο άρθρο 1(1) σ’ ένα χώρο πού με οποιοδήποτε νόμιμο τρόπο του διατίθεται μέσα σ’ έναν άλλο ευρύτερο χώρο.

Άρθρο 3. Τύπος και περιεχόμενο της σύμβασης

(1) Η σύμβαση δικαιόχρησης πρέπει να συνομολογηθεί εγγράφως.

(2) Πριν αρχίσει να αδειοδοτεί δικαιοδόχους, ο δικαιοπάροχος θα πρέπει να έχει δοκιμάσει το σύστημά του στην αγορά είτε με ίδια εκμετάλλευση του δικαιοπάροχου είτε με εκμετάλλευση τρίτου μέσα από ένα τουλάχιστον πιλοτικό σημείο πώλησης για ένα εύλογο χρονικό διάστημα. Την ίδια υποχρέωση έχει και ο κύριος δικαιοδόχος.

(3) Εάν η σύμβαση είναι ορισμένης διάρκειας, ο δικαιοπάροχος θα πρέπει να παράσχει στον δικαιοδόχο έναν ελάχιστο συμβατικό χρόνο πού σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερος από τρία (3) χρόνια λόγω της σοβαρότητας και της μακράς προοπτικής της σχέσης και για να δώσει στον δικαιοδόχο την δυνατότητα να ανακτήσει το αρχικό επενδυθέν κεφάλαιό του, εκτός κι εάν υπάρξει πρόωρη λύση της σύμβασης σε περίπτωση πού ένας από τους συμβαλλομένους δεν εκπληρώσει τις συμβατικές του υποχρεώσεις. Την ίδια υποχρέωση έχει και ο κύριος δικαιοδόχος έναντι του δικαιοδόχου του.

(4) Η σύμβαση θα πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

(α) τις οικονομικές υποχρεώσεις του δικαιοδόχου απέναντι στον δικαιοπάροχο που θα αναλάβει ο δικαιοδόχος πριν από την έναρξη της δραστηριότητάς του αλλά και κατά την διάρκεια της σύμβασης,

(β) τον τρόπο υπολογισμού και πληρωμής των, αμοιβών υπηρεσιών τυχόν συνεισφορές σε και άλλες εφάπαξ ή περιοδικές πληρωμές προς τον δικαιοπάροχο, ενέργειες marketing,

(γ) την έκταση πιθανών αποκλειστικών γεωγραφικών δικαιωμάτων που παραχωρούνται στον δικαιοδόχο (αποκλειστικότητα περιοχής) είτε συγκριτικά με άλλους δικαιοδόχους του συστήματος δικαιόχρησης, είτε συγκριτικά με τυχόν δίκτυα πωλήσεων ή σημεία πώλησης πού λειτουργούν άμεσα από τον δικαιοπάροχο,

(δ) τις γενικές γραμμές της τεχνογνωσίας που παρέχεται από τον δικαιοπάροχο στον δικαιοδόχο,

(ε) τα πιθανά μέσα αναγνώρισης της συμβολής του δικαιοδόχου στη δημιουργία και εξέλιξη τεχνογνωσίας, και στη διεύρυνση της φήμης του συστήματος δικαιόχρησης του δικαιοπαρόχου που, όμως, δεν αναιρούν την βασική αρχή ότι κάθε μορφής εξέλιξη της τεχνογνωσίας και ανάπτυξης της φήμης καθίσταται αναπόσπαστο μέρος και κτήμα αντίστοιχα του συστήματος δικαιόχρησης του δικαιοπαρόχου άνευ αμοιβής,

(στ) τους όρους ανανέωσης, (εφόσον έχει προβλεφθεί ανανέωση), λύσης ή πιθανής μεταβίβασης (εκχώρησης) της σύμβασης.

(ζ) τις μετασυμβατικές υποχρεώσεις των μερών.

(η) στην περίπτωση κατά την οποία η σύμβαση δικαιόχρησης συνάπτεται με βάση δικαίωμα που προκύπτει από σύμβαση κύριας δικαιόχρησης, δηλαδή πρόκειται για σύμβαση δικαιόχρησης μεταξύ κυρίου δικαιοδόχου και δικαιοδόχου, θα πρέπει οπωσδήποτε να περιλαμβάνει σύντομη αναφορά στην εν λόγω σύμβαση κύριας δικαιόχρησης. Η αναφορά αυτή θα πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία: α) διαβεβαίωση του κυρίου δικαιοδόχου προς τον δικαιοδόχο ότι η σύμβαση δικαιόχρησης συνάπτεται με βάση εν ισχύει δικαίωμα του πρώτου που προκύπτει από σύμβαση κύριας δικαιόχρησης, β) τα πλήρη στοιχεία των συμβαλλομένων σε αυτήν μερών και γ) τα πλήρη στοιχεία των εμπορικών σημάτων και διακριτικών τίτλων, των οποίων η άδεια χρήσης και εκμετάλλευσης έχει παραχωρηθεί στον κύριο δικαιοδόχο.

(5) Τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (4) του παρόντος άρθρου στοιχεία θα πρέπει να περιλαμβάνονται και στη σύμβαση δικαιόχρησης μεταξύ κυρίου δικαιοδόχου και δικαιοδόχου ανεξάρτητα από το εάν αυτή διέπεται ή όχι από το Ελληνικό δίκαιο.

Άρθρο 4. Προσυμβατικές υποχρεώσεις του δικαιοπαρόχου

(1). Δεκαπέντε μέρες τουλάχιστον πριν από την υπογραφή της σύμβασης δικαιόχρησης, ο δικαιοπάροχος πρέπει να προμηθεύει τον υποψήφιο δικαιοδόχο με μία Τυποποιημένη Προσφορά που να περιλαμβάνει ένα πλήρες αντίγραφο της προς υπογραφή σύμβασης δικαιόχρησης μαζί με τα παρακάτω παραρτήματα της Τυποποιημένης Προσφοράς εκτός εκείνων των παραρτημάτων τα οποία καλύπτονται από απόλυτους και συγκεκριμένους κανόνες εμπιστευτικότητας αλλά πού κι αυτά θα πρέπει να αναφέρονται ονομαστικά στη σύμβαση:

(α)  βασική πληροφόρηση σχετικά με τον δικαιοπάροχο πού θα περιλαμβάνει την εμπορική του επωνυμία, αντίγραφα των ισολογισμών του δικαιοπαρόχου των τριών (3) τελευταίων ετών ή από την έναρξη εργασιών του δικαιοπαρόχου στην περίπτωση που η λειτουργία του είναι μικρότερη των τριών (3) ετών, εταιρική και φορολογική ενημερότητα και προκειμένου περί δικαιοπαρόχων μη Ελληνικών συστημάτων δικαιόχρησης, πιστοποιητικό εταιρικής ενημερότητας ή οποιοδήποτε άλλο ανάλογο έγγραφο πού προβλέπεται από το δίκαιο της χώρας εγκατάστασης του δικαιοπαρόχου, την οργανωτική δομή της επιχείρησης του δικαιοπαρόχου, την πείρα του προσωπικού του και τις λεπτομέρειες των υπηρεσιών πού παρέχονται από τον δικαιοπάροχο υπό μορφή τεχνικής κι εμπορικής υποστήριξης, δημιουργίας και διακόσμησης του σημείου πώλησης και, τέλος, εκπαίδευσης,

(β) πληροφόρηση σχετική με (αα) τα εμπορικά σήματα πού ο δικαιοπάροχος χρησιμοποιεί στα πλαίσια του συστήματος δικαιόχρησης πού να περιλαμβάνει την εγγραφή ή την κατάθεσή τους στην Υπηρεσία Σημάτων του Υπουργείου Ανάπτυξης, ή, προκειμένου περί δικαιοπαρόχου μη Ελληνικού συστήματος δικαιόχρησης, πληροφόρηση  πού να περιλαμβάνει είτε την εγγραφή είτε την κατάθεσή τους σ’ οποιαδήποτε αρμόδια Αρχή ή Μητρώο Σημάτων εκτός Ελλάδας, ή την άδεια με την οποία τρίτοι κύριοι εμπορικών σημάτων τα παραχώρησαν στον δικαιοπάροχο, ή, τέλος, οποιοδήποτε έγγραφο που να αποδεικνύει συγκεκριμένη χρήση εμπορικού σήματος στα πλαίσια του συστήματος και (ββ) εμπορικές επωνυμίες, διακριτικούς τίτλους, βιομηχανικά σχέδια και ευρεσιτεχνίες που ο δικαιοπάροχος χρησιμοποιεί στα πλαίσια του συστήματος δικαιόχρησης πού να περιλαμβάνει την εγγραφή ή την κατάθεσή τους στις αρμόδιες γι’ αυτό Αρχές όπου αυτό απαιτείται ή είναι δυνατό, ή, προκειμένου περί δικαιοπαρόχου μη Ελληνικού συστήματος δικαιόχρησης, πληροφόρηση που να περιλαμβάνει είτε την εγγραφή είτε την κατάθεσή τους σ’ οποιαδήποτε αρμόδια Αρχή ή Μητρώο εκτός Ελλάδας όπου αυτό απαιτείται ή είναι δυνατό.

(γ) συνοπτική περιγραφή των στοιχείων πού χαρακτηρίζουν το σύστημα και την δραστηριότητα της δικαιόχρησης εκτός εάν αυτή περιλαμβάνεται στη σύμβαση δικαιόχρησης,

(δ) κατάσταση των δικαιοδόχων του συστήματος δικαιόχρησης και κατάσταση των τυχόν εταιρικών σημείων πώλησης του δικαιοπαρόχου και προκειμένου περί δικαιοπαρόχου μη Ελληνικού συστήματος δικαιόχρησης μία κατάσταση που να περιλαμβάνει τον αριθμό των δικαιοδόχων του συστήματος δικαιόχρησης και των εταιρικών σημείων πώλησης κατά χώρα, στην τελευταία δε περίπτωση ο δικαιοπάροχος, κατόπιν σχετικής αιτήσεως του υποψηφίου δικαιοδόχου, θα έχει την υποχρέωση να του προμηθεύει κατάσταση που να περιλαμβάνει τα στοιχεία, το σημείο πώλησης και τα πρόσωπα επαφής τουλάχιστον είκοσι ενεργών δικαιοδόχων του συστήματος δικαιόχρησης, ή κατάσταση όλων των ενεργών δικαιοδόχων σε περίπτωση πού ο συνολικός αριθμός τους είναι μικρότερος του πιο πάνω αριθμού. Η πληροφόρηση της παραγράφου αυτής θα μπορεί να γίνεται και ηλεκτρονικά ή θα αρκεί να περιλαμβάνεται στην ιστοσελίδα του δικαιοπαρόχου,

(ε) ένδειξη της ετήσιας διαφοροποίησης του αριθμού των δικαιοδόχων περιλαμβανομένης και της τοποθεσίας λειτουργίας τους κατά τα τελευταία τρία (3) χρόνια ή από την ημερομηνία έναρξης εργασιών του δικαιοπαρόχου εάν αυτό έγινε σε χρόνο μικρότερο των τριών (3) ετών, ενώ την ίδια υποχρέωση θα έχει και δικαιοπάροχος μη Ελληνικού συστήματος δικαιόχρησης για κάθε χώρα όπου λειτουργεί το σύστημά του,

(στ) ενδεικτικό ποσό και περιγραφή της αρχικής βασικής μέσης επένδυσης του δικαιοδόχου σύμφωνα με τις προδιαγραφές του συστήματος του δικαιοπαρόχου,

(ζ) σύντομη περιγραφή κάθε δικαστικής ή διαιτητικής διαδικασίας σε σχέση με το σύστημα πού εγέρθηκε από δικαιοδόχους ή τρίτους ή από δημόσιες αρχές κατά του δικαιοπαρόχου και ολοκληρώθηκε ή κατέστη τελεσίδικη μέσα στα τελευταία τρία χρόνια που να περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον τους διαδίκους, τη δικαστική ή διαιτητική Αρχή, τις αξιώσεις και το διατακτικό της απόφασης.

(2). Τις παραπάνω υπό παράγραφο 1 στοιχεία (α) (β) (γ) (δ) (ε) και (στ) υποχρεώσεις έχει και ο κύριος δικαιοδόχος έναντι του υποψηφίου δικαιοδόχου ανεξάρτητα από το εάν η σύμβαση δικαιόχρησης διέπεται ή όχι από το Ελληνικό δίκαιο, πλην όμως ο κύριος δικαιοδόχος μη Ελληνικού συστήματος δικαιόχρησης σε σχέση με τις υποχρεώσεις υπό παράγραφο 1 στοιχείο (ζ) έχει και την πρόσθετη υποχρέωση να περιλάβει στην πληροφόρηση την αντίστοιχη κατάσταση εκτός Ελλάδας του μη εγκατεστημένου στην Ελλάδα δικαιοπαρόχου του.

(3). Η σημασία της εμπιστευτικότητας είναι ουσιώδης για την προστασία της τεχνογνωσίας του δικαιοπαρόχου. Κατά το προσυμβατικό στάδιο της σχέσης μεταξύ δικαιοπαρόχου και υποψηφίου δικαιοδόχου και πριν από την παράδοση στον υποψήφιο δικαιοδόχο της Τυποποιημένης Προσφοράς της παραγράφου (1) του παρόντος άρθρου, ο δικαιοπάροχος μπορεί να ζητήσει από τον υποψήφιο δικαιοδόχο την υπογραφή συμφωνίας εμπιστευτικότητας τόσο σε σχέση με τις διαπραγματεύσεις όσο και σε σχέση με την τεχνογνωσία που μπορεί να περιέχει κάθε μορφής νόμιμες κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασής της από τον υποψήφιο δικαιοδόχο και που θα ισχύει ανεξάρτητα από το εάν τελικά υπογραφεί ή όχι σύμβαση δικαιόχρησης μεταξύ τους. Ο υποψήφιος δικαιοδόχος θα μπορεί να χρησιμοποιεί την πληροφόρηση που του παρέχεται σε εφαρμογή του παρόντος άρθρου μόνο για τον σκοπό της αξιολόγησης της παρεχόμενης σ’ αυτόν ευκαιρίας δικαιόχρησης.

(4). Η παραπάνω υπό παράγραφο (3) διάταξη εφαρμόζεται και στη σύμβαση δικαιόχρησης μεταξύ κυρίου δικαιοδόχου και δικαιοδόχου ανεξάρτητα από το εάν αυτή διέπεται ή όχι από το Ελληνικό δίκαιο

(5). Δεν δύναται να συμφωνηθεί παραίτηση του δικαιοδόχου από τα δικαιώματά του πού απορρέουν από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 5. Προσυμβατικές υποχρεώσεις συμπεριφοράς

(1). Καθ’ όλη τη διάρκεια της προσυμβατικής περιόδου ο δικαιοπάροχος και ο υποψήφιος δικαιοδόχος θα πρέπει να συμπεριφέρονται ο ένας στον άλλο με πίστη, εντιμότητα και καλή πίστη και θα πρέπει να προμηθεύει ο ένας τον άλλον χωρίς καθυστέρηση με κάθε στοιχείο και πληροφορία που ο άλλος θεωρεί αναγκαία ή χρήσιμη για την υπογραφή της σύμβασης δικαιόχρησης, εκτός από την περίπτωση είτε αντικειμενικά εμπιστευτικών πληροφοριών είτε πληροφοριών πού θα μπορούσαν να θίξουν δικαιώματα τρίτων.

(2). Ο δικαιοπάροχος θα πρέπει να παρέχει επαρκείς εξηγήσεις στον υποψήφιο δικαιοδόχο στην περίπτωση που αδυνατεί να του παράσχει είτε πληροφόρηση είτε στοιχεία που ο υποψήφιος δικαιοδόχος του έχει ζητήσει.

(3). Ο υποψήφιος δικαιοδόχος θα πρέπει να συμπεριφέρεται απέναντι στον δικαιοπάροχο με πίστη, εντιμότητα και καλή πίστη και θα πρέπει να τον προμηθεύει χωρίς καθυστέρηση με κάθε στοιχείο και πληροφορία πού ο δικαιοπάροχος θεωρεί αναγκαία ή χρήσιμη για την υπογραφή της σύμβασης δικαιόχρησης ακόμα κι αν αυτά δεν ζητήθηκαν ευθέως από τον δικαιοπάροχο.

(4). Τις παραπάνω υπό παραγράφους (1) (2) και (3) υποχρεώσεις έχει και ο κύριος δικαιοδόχος έναντι του υποψηφίου δικαιοδόχου ανεξάρτητα από το εάν η σύμβαση δικαιόχρησης διέπεται ή όχι από το Ελληνικό δίκαιο

Άρθρο 6. Γενική υποχρέωση πληροφόρησης

Ο υποψήφιος κύριος δικαιοδόχος μη Ελληνικού συστήματος δικαιόχρησης οφείλει να γνωστοποιεί στον μη εγκατεστημένο στην Ελλάδα δικαιοπάροχό του τις υποχρεώσεις πού ο τελευταίος έχει σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

Άρθρο 7. Υποχρέωση μη άσκησης μετασυμβατικού ανταγωνισμού.

(1). Η συμφωνία πού προβλέπει περιορισμό των επαγγελματικών δραστηριοτήτων του δικαιοδόχου μετά τη λήξη ή λύση της σύμβασης δικαιόχρησης, ονομάζεται στο εξής υποχρέωση μη άσκησης μετασυμβατικού ανταγωνισμού.

(2). Η υποχρέωση αυτή είναι ισχυρή εάν συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) έχει συνομολογηθεί εγγράφως,

(β) αφορά σε προϊόντα ή υπηρεσίες ανταγωνιστικά των αντίστοιχων της σύμβασης δικαιόχρησης,

(γ) αφορά στον χώρο όπου ο δικαιοδόχος ασκούσε την επιχειρηματική του δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της σύμβασης,

(δ) είναι απαραίτητη για την προστασία της τεχνογνωσίας για την χρήση της οποίας ο δικαιοπάροχος αδειοδότησε τον δικαιοδόχο με τη σύμβαση δικαιόχρησης και

(ε) περιορίζεται χρονικά στο ένα (1) έτος μετά τη λήξη ή λύση της σύμβασης δικαιόχρησης.

(3). Προϋπόθεση όλων των ανωτέρω είναι ότι καμία από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θα αποκλείει ή περιορίζει το δικαίωμα του δικαιοπαρόχου στην προστασία της τεχνογνωσίας του (εκτός εάν αυτή κατέστη δημόσια γνωστή) για οποιονδήποτε άλλο λόγο εκτός από την παράβαση συμβατικού περί εμπιστευτικώντος όρου συμφωνηθέντος με οποιονδήποτε τρόπο.

(4). Οι παραπάνω υπό παραγράφους (1) (2) και (3) διατάξεις εφαρμόζονται και στη σύμβαση δικαιόχρησης μεταξύ  κυρίου δικαιοδόχου και δικαιοδόχου ανεξάρτητα από το εάν αυτή διέπεται ή όχι από το Ελληνικό δίκαιο

Άρθρο 8. Υποχρέωση μη άσκησης συμβατικού ανταγωνισμού.

(1). Η συμφωνία που προβλέπει περιορισμό της δυνατότητας του δικαιοδόχου αφενός ως προς την αγορά και διάθεση προϊόντων ή υπηρεσιών ανταγωνιστικών προς τα αντίστοιχα της σύμβασης δικαιόχρησης και αφετέρου ως προς την πηγή προμηθείας αυτών των προϊόντων ή υπηρεσιών, ονομάζεται στο εξής υποχρέωση μη άσκησης συμβατικού ανταγωνισμού.

(2). Η υποχρέωση αυτή είναι ισχυρή εάν συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) έχει συνομολογηθεί εγγράφως,

(β) αφορά στον περιορισμό της δυνατότητας του δικαιοδόχου να αγοράζει και διαθέτει προϊόντα ή υπηρεσίες ανταγωνιστικά προς τα αντίστοιχα της σύμβασης δικαιόχρησης ή/και αφορά στον περιορισμό της δυνατότητας του δικαιοδόχου να αγοράζει και παρέχει τα διατιθέμενα από αυτόν προϊόντα ή υπηρεσίες από άλλους, πλην του δικαιοπαρόχου ή των προμηθευτών πού αυτός θα υποδεικνύει, τρίτους προμηθευτές,

(γ) η χρονική διάρκεια της υποχρέωσης αυτής δεν υπερβαίνει τη διάρκεια της σύμβασης δικαιόχρησης, συνυπολογιζομένων και των τυχόν ανανεώσεών της,

(δ) είναι πρακτικά δύσκολο να καθορισθούν αντικειμενικοί κανόνες ποιότητας λόγω της φύσης των διατιθέμενων προϊόντων ή υπηρεσιών,

(ε) η επίβλεψη της τήρησης των παραπάνω κανόνων από τον δικαιοπάροχο συνεπάγεται υπερβολικά υψηλό κόστος εξαιτίας του ενδεχομένως μεγάλου αριθμού δικαιοδόχων ενός συστήματος δικαιόχρησης και

(στ) δεν απαγορεύεται στο δικαιοδόχο να προμηθεύεται τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες της σύμβασης δικαιόχρησης από άλλους δικαιοδόχους του ιδίου συστήματος δικαιόχρησης.

(3). Οι παραπάνω υπό παραγράφους (1) και (2) διατάξεις εφαρμόζονται και στη σύμβαση δικαιόχρησης μεταξύ  κυρίου δικαιοδόχου και δικαιοδόχου ανεξάρτητα από το εάν αυτή διέπεται ή όχι από το Ελληνικό δίκαιο.

Άρθρο 9. Τελικές και μεταβατικές διατάξεις

(1). Οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται σε κάθε σύμβαση δικαιόχρησης και σε κάθε σύμβαση κυρίου δικαιοδόχου πού βρίσκεται σε ισχύ στην Ελληνική επικράτεια κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του.

(2). Απαγορεύεται οποιαδήποτε παρέκκλιση από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

(3). Συμβάσεις δικαιόχρησης μεταξύ δικαιοπαρόχου και δικαιοδόχου και μεταξύ κυρίου δικαιοδόχου και δικαιοδόχου, καθώς και συμβάσεις κυρίου δικαιοδόχου που υπογράφηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εάν δεν έχουν περιβληθεί τον έγγραφο τύπο που προβλέπεται στο άρθρο 3(1) αυτού, θα πρέπει να περιβληθούν τον έγγραφο τύπο μέσα σ’ ένα χρόνο από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του. Όλες οι ανωτέρω συμβάσεις που έχουν περιβληθεί τον έγγραφο τύπο και πού υπογράφηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, θα πρέπει να προσαρμοσθούν στις διατάξεις του άρθρου 3(4) αυτού  εφόσον έχουν παρεκκλίσεις από αυτό.

(4). Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από την δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Photos via  Flickr

Μπορεί να σας ενδιαφέρουν

Αφήστε ένα σχόλιο